O Βασίλης Λυσανδρόπουλος & το Hungry Bill’s Burger Bar

Συζητάμε με τον νεαρό επιχειρηματία που επέστρεψε από την Αυστραλία

Ο Βασίλης Λυσανδρόπουλος ιδιοκτήτης ενός νέου μπεργκεράδικου στα Μελίσσια μιλάει στο Grill για την Αυστραλία που άφησε πίσω του, την Ελλάδα όπου βρίσκεται εδώ και δύο χρόνια, την έκρηξη του μπέργκερ στην πατρίδα μας αλλά και για το πώς έστησε, χωρίς πρότερη εμπειρία, την πρώτη του επιχείρηση στο χώρο της εστίασης.
Συνέντευξη: Θανάσης Αντωνίου

 

Έφυγε μαζί με τους γονείς του στην Μελβούρνη το 2012, παρατώντας τις σπουδές του στο Τμήμα Αυτοματισμού των ΤΕΙ Χαλκίδας, μέσα στην κορύφωση της οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα · η μητέρα του ζούσε κατά το παρελθόν ως μετανάστρια στην Αυστραλία και οι δεσμοί με την εκεί ελληνική κοινότητα ήταν ακόμα ανοικτοί για την οικογένειά του.

Αποφάσισε όμως να επιστρέψει στην Ελλάδα πριν από δύο χρόνια με την εγκυμονούσα σύζυγό του, να γεννήσουν το παιδί τους εδώ και να ξεκινήσουν την κοινή ζωή τους στα πάτρια εδάφη. Στις αρχές του 2020  μπήκε δυναμικά στον επιχειρηματικό στίβο με το μπεργκεράδικο Hungry Bill’s Burger Bar στα Μελίσσια. Εκεί τον  επισκεφτήκαμε λίγες ημέρες μετά την έναρξη λειτουργίας για να μάθουμε από πρώτο χέρι τι σκοπεύει να κάνει στην Ελλάδα και πως βλέπει τα πράγματα στην ‘μαμά’ πατρίδα.

Το Hungry Bill’s Burger Bar, το νέο μπεργκεράδικο στα Μελίσσια, δημιούργημα ενός νέου επιχειρηματία που επέστρεψε από την Αυστραλία για να δοκιμάσει την τύχη του στην πατρίδα.

 

Μια καινούργια αρχή…

«Θα έλεγα ότι ζω …hard mode. Έφυγα στην Αυστραλία για να κάνω εκεί μια νέα αρχή χωρίς να έχω κάτι συγκεκριμένο στο νου μου. Τελικά αποφάσισα να γυρίσω στην Ελλάδα και να κάνω εδώ μια καινούργια αρχή. Εδώ και δύο χρόνια που επέστρεψα ψαχνόμουν να βρω τι θα κάνω. Όταν έφυγα από την Ελλάδα υπήρχαν ακόμα τα κλασικά μπεργκεράδικα που όλοι γνωρίζουμε. Όταν γύρισα είδα ότι παντού υπήρχαν μπέργκερ.

Επισκέφτηκα σχεδόν όλες τις αλυσίδες και τα καταστήματα της Αθήνας σε μια προσπάθεια να καταλάβω που διέφεραν από αυτό που είχα γνωρίσει ως μπέργκερ στην Αυστραλία- εκεί έχουν φοβερά κρέατα, αμερικανική αισθητική στη διαμόρφωση των καταστημάτων και υπάρχει ένα κατάστημα με μπέργκερ σχεδόν σε κάθε γωνία των πόλεων. Αποφάσισα να δημιουργήσω το δικό μου μπέργκερ, με γεύσεις από …Αυστραλία. Δεν δηλώνω ότι είναι ‘αυστραλιανό μπέργκερ’, απλά έχει επιρροές από την Αυστραλία».

Το κατάστημα στη φάση της επανεκκίνησης με τα τραπεζάκια έξω.

 

Ψάχνοντας χώρο και προμηθευτές…

«Σε πρώτη φάση αναζήτησα χώρο. Μου πήρε πάνω από 8 μήνες για να καταλήξω στο συγκεκριμένο σημείο επί της Λεωφόρου Πεντέλης. Ξεκίνησα από τον Γέρακα, πέρασα από διάφορες περιοχές πριν καταλήξω εδώ. Στη συνέχεια αναζήτησα σεφ: ένα έμπειρο άνθρωπο να με καθοδηγήσει στο στήσιμο της κουζίνας και να δημιουργήσει το μενού με βάση τις υποδείξεις μου. Αυτός είναι ο Δημήτρης Πολίτης, του εστιατορίου Difenente. Ένιωσα ότι έχω ένα ‘δυνατό’ συνεργάτη μαζί μου ο οποίος με συμβούλευε σε όλα τα θέματα κι όχι μόνο σε ότι έχει να κάνει με την κουζίνα».


«Η έκρηξη της εθνικής κουζίνας, διότι πράγματι υπάρχουν πολλά καταστήματα στην Αθήνα σήμερα, δεν μου κάνει εντύπωση, ίσως γιατί στην Αυστραλία  υπάρχουν παντού τέτοια εστιατόρια. Αντίθετα, απορούσα όσο ζούσα στην Αυστραλία, γιατί δεν υπάρχουν τόσα πολλά και τόσο διαφορετικά καταστήματα και στην Ελλάδα»


«Η αναζήτηση των προμηθευτών ήταν δύσκολη υπόθεση διότι δεν έβρισκα τη γεύση που ήθελα. Δοκίμασα πάνω από 10 προμηθευτές κρεάτων – με τις συνταγές που ζητούσα-  ενώ είχα ήδη απορρίψει, αν και τα δοκίμασα, όλα τα έτοιμα προϊόντα που μου προτάθηκαν. Μετά από πολύ προσπάθεια βρήκα αυτό που ήθελα: ένα ποιοτικό κρέας, χωρίς πρόσθετα που να το νοστιμίζουν, να καταλαβαίνει ο κόσμος τι τρώει. Το μπιφτέκι δεν έρχεται έτοιμο στο εστιατόριο: παίρνουμε το κρέας που παραγγέλνουμε και με τη μίξη υλικών εδώ πετυχαίνουμε τη γεύση που θέλουμε. Πατάτες κόβουμε εμείς εδώ καθημερινά, οι σάλτσες μας είναι χειροποίητες πάνω σε κάποιες βάσεις που αγοράζουμε.

Μιλάμε για 200 γραμμάρια νωπό μοσχαρίσιο κιμά, ο οποίος πλάθεται καθημερινά στο κατάστημα. Δεν βάζουμε απλά μια ντομάτα ή ένα κομμάτι κρεμμύδι, αλλά προσφέρουμε καραμελωμένα κρεμμύδια, χειροποίητη σως, ιδιαίτερα τυριά και λάδι τρούφας. Είναι άλλο πράγμα ένα ιδιαίτερο, γευστικό και διαφορετικό μπέργκερ κι άλλο ένα τυλιχτό σουβλάκι με χοιρινό κρέας».

To burger είναι το επίκεντρο στο μενού του Hungry Bill’s Burger Bar, δεν είναι όμως η μόνη επιλογή. Με την επανεκκίνηση της εστίασης το μενού έχει αναβαθμιστεί με νέα πιάτα.

 

Ένα ποτό στο μπαρ πριν ή μετά…

«Το μπαρ μας ενδιαφέρει ιδιαίτερα. Στο μπαρ συνεργάζομαι με τον παλιό φίλο και συμμαθητή Κώστα Σταθόπουλο, ένας κοσμοπολίτης, έμπειρος μπάρμαν ο οποίος έχει ενταχθεί στην ομάδα μας. Θέλω να καταφέρω ο κόσμος να έρχεται και να περνάει για ένα ποτό από το μπαρ – ακόμα κι αν δεν θέλει να φάει. Ή να φάει στο μπαρ. Η ατμόσφαιρα στο κατάστημα γίνεται πιο …μπαρ μετά από κάποια ώρα. Στην Αυστραλία υπάρχουν δύο είδη μπεργκεράδικα: αυτά που είναι περισσότερο προσανατολισμένα στο take away και στο μπέργκερ στο χέρι αλλά κι υπάρχουν και τα all day pub ή bar· εμείς έχουμε επιρροή από αυτό το είδος των καταστημάτων. Προσέχουμε επίσης την κάβα μας η οποία έχει λίγα αλλά πολύ ποιοτικά κρασιά σε πολύ ανταγωνιστικές τιμές.

Το Hungry Bills Burger Bar απευθύνεται σε όλες τις ηλικίες. Για όλους που θα έρθουν μια φορά και θα εκτιμήσουν αυτό που θα γευτούν. Μέχρι αυτή τη στιγμή τα πιο δημοφιλή μπέργκερ μας είναι τα δύο μπέργκερ με μαγιονέζα τρούφας, το Ripper  και το Wog και το Hungry Bills, το μόνο μπέργκερ με διπλό μπιφτέκι. Η αλήθεια είναι ότι τα μπέργκερ με τα τριπλά ή πολλά μπιφτέκια πιστεύω ότι είναι περισσότερο για φωτογραφίες στο Instagram… Όσο για το μενού μας αυτό θα αλλάζει περίπου κάθε έξι μήνες.

Έφυγα πριν ξεσπάσει το πιο έντονο κύμα της κρίσης, οπότε δεν έχω αίσθηση του πως εξελίχθηκαν τα πράγματα στην Ελλάδα- δεν ήμουν εργαζόμενος, δεν είχα οικογένεια, ήταν διαφορετικά τότε. Άκουγα μόνο τα νέα στην Αυστραλία και ήλπιζα ότι θα αλλάξουν κάποια στιγμή τα πράγματα. Βλέπω μια μικρή  οικονομική ανάπτυξη, βλέπω ότι ο κόσμος δεν είναι πια τρομοκρατημένος, βγαίνει περισσότερο έξω για φαγητό – χωρίς κατ’ ανάγκη να ξοδεύει πολλά χρήματα. Το σημαντικό είναι ότι μπορούν να διαθέσουν ένα- δύο ευρώ περισσότερα για να φάνε ένα καλύτερο μπέργκερ».


Η συνέντευξη πραγματοποιήθηκε πριν την πανδημία και δημοσιεύτηκε στο 26ο τεύχος του περιοδικού Grill. Νεώτερες φωτογραφίες έχουν χρησιμοποιηθεί από τη σελίδα του καταστήματος στο Facebook.

You might also like